Η πιο κοινή αιτία γυναικείας υπογονιμότητας είναι η διαταραχή της ωορρηξίας. Άλλα αίτια της γυναικείας υπογονιμότητας μπορεί να είναι οι φραγμένες σάλπιγγες, που προκύπτουν όταν μια γυναίκα έχει ή είχε κάποια φλεγμονώδη νόσο της πυέλου ή ενδομητρίωση (μία ενίοτε οδυνηρή κατάσταση που προκαλεί συμφύσεις και κύστεις) ή διακοπές κυήσεων. Επίσης κάποιες συγγενείς ανωμαλίες (εκ’ γενετής παθήσεις) που αφορούν τη δομή της μήτρας (Rokitanski - Kusterhauser) ή ινομυώματα στη μήτρα, συνδέονται με επανειλημμένες αποβολές.
Στις γυναίκες, παράγοντες που ενδεχομένως να εμπλέκονται στην υπογονιμότητα συμπεριλαμβάνουν, μια ενεργός σεξουαλική ζωή από πολύ μικρή ηλικία, αύξημένο αριθμό αμβλώσεων καθώς και πολλαπλούς σεξουαλικούς συντρόφους. Ιδιάζουσας σημασίας είναι η απόφαση αυξανόμενου αριθμού γυναικών να αναβάλουν τη μητρότητα μέχρι τα 40 τους, ίσως και λίγο παραπάνω, για λόγους όπως η εκπαίδευση, η επαγγελματική ανέλιξη και η αδυναμία εύρεσης του «σωστού» συντρόφου.
Διαταραχές ωορρηξίας
Οι διαταραχές ωορρηξίας, ενέχονται για το 25% της υπογονιμότητας στα ζευγάρια. Αυτές μπορεί να οφείλονται σε προβλήματα στη ρύθμιση των αναπαραγωγικών ορμονών από τον υποθάλαμο ή την υπόφυση, είτε από προβλήματα στην ίδια την ωοθήκη (σύνδρομο Turner).
Ανωμαλία στην έκκριση των ορμονών FSH και LH
Οι δύο αυτές ορμόνες είναι υπεύθυνες για την πρόκληση της ωορρηξίας κάθε μήνα. Οι δύο αυτές ορμόνες παράγονται από την υπόφυση με έναν συγκεκριμένο ρυθμό κατά τη διάρκεια του εμμηνορροϊκού κύκλου. Υπερβολικό σωματικό ή συναισθηματικό στρες καθώς και η απότομη αύξηση ή μείωση βάρους, μπορεί να διαταράξει αυτό το ρυθμό παραγωγής των ορμονών και να επηρεάσει την ωορρηξία. Η κύρια ένδειξη για το πρόβλημα αυτό είναι ακανόνιστη ή απούσα περίοδος. Λιγότερο συχνά, συγκεκριμένες ασθένειες της υπόφυσης συνήθως συνδέονται με ελλείψεις άλλων ορμονών και μπορεί να είναι η αιτία διαταραχών της ωορρηξίας. Σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών (PCOS)
Στο PCOS, πολύπλοκες αλλαγές συνίστανται στον υποθάλαμο, την υπόφυση και τις ωοθήκες, με αποτέλεσμα την υπερπαραγωγή αρσενικών ορμονών (ανδρογόνα), η οποία επηρεάζει την ωορρηξία. Το PCOS μπορεί επίσης να σχετίζεται με αντίσταση του οργανισμού στην ινσουλίνη αλλά και με την παχυσαρκία.
Προβλήματα της ωχρινικής φάσης του κύκλου
Αυτά συμβαίνουν όταν η ωοθήκη δεν παράγει αρκετή ορμόνη προγεστερόνη μετά την ωορρηξία. Η προγεστερόνη είναι ζωτικής σημασίας για την προετοιμασία του ενδομητρίου προκειμένου να διατηρήσει το γονιμοποιημένο ωάριο.
Η πρόωρη ωοθηκική ανεπάρκεια
Αυτή η διαταραχή προκαλείται συνήθως από αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος, όπου το σώμα «κατά λάθος» πραγματοποιεί επίθεση στους ιστούς των ωοθηκών. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την απώλεια των ωαρίων στην ωοθήκη, καθώς και σε μειωμένη παραγωγή οιστρογόνων.
Βλάβες στις σάλπιγγες
Όταν οι σάλπιγγες υποστούν ζημιά, απόφραξη ή καταστραφούν, τότε το σπέρμα εμποδίζεται από το να φτάσει το ωάριο ή κλείνει το πέρασμα του γονιμοποιημένου ωαρίου προς τη μήτρα. Αιτίες που μπορεί να προκαλέσουν στις σάλπιγγες ζημία ή απόφραξη μπορεί να είναι:
- Φλεγμονή στις σάλπιγγες (σαλπιγγίτιδα) λόγω χλαμυδίων ή βλεννόρροιας
- Προηγούμενη έκτοπη κύηση, στην οποία ένα γονιμοποιημένο ωάριο εμφυτεύεται και αρχίζει να αναπτύσσεται μέσα στη σάλπιγγα και όχι στη μήτρα
- Προηγούμενη εγχείρηση στην κοιλιακή χώρα ή την πύελο
Ενδομητρίωση
Η ενδομητρίωση παρουσιάζεται όταν ιστός του ενδομητρίου εμφυτεύεται και αναπτύσσεται σε άλλα όργανα της πυέλου (ωοθήκες κ.λ.π.). Αυτή η ανάπτυξη του επιπλέον ιστού (και η χειρουργική αφαίρεση του) μπορεί να προκαλέσει συμφύσεις, οι οποίες δυσχεραίνουν τη γονιμότητα. Οι ερευνητές πιστεύουν επίσης ότι η ύπαρξη αυτών των επιπλέον ενδομητριωσικών ιστών μπορεί να οδηγεί στην παραγωγή ουσιών που επηρεάζουν τη σύλληψη.
Στένωση ή απόφραξη του τραχήλου της μήτρας
Είναι δυνατόν να την προκαλέσει μια κληρονομική δυσπλασία ή βλάβη του τραχήλου. Το αποτέλεσμα είναι ότι ο τράχηλος δεν μπορεί να παράξει το καλύτερο δυνατό είδος της βλέννας για την κινητικότητα του σπέρματος και τη γονιμοποίηση. Επιπλέον, η δίοδος του τραχήλου της μήτρας μπορεί να είναι σχεδόν κλειστή, καθιστώντας δύσκολο για το σπέρμα να φθάσει τα ωάρια και να τα γονιμοποιήσει.
Αιτίες που οφείλονται στη μήτρα
Καλοήθεις πολύποδες ή όγκοι (π.χ. ινομυώματα) στη μήτρα, είναι συνηθισμένοι σε γυναίκες από 30 ετών και άνω, όπου μπορούν να επηρεάσουν τη γονιμότητα, αποφράσσοντας τις σάλπιγγες ή διαταράσσοντας την εμφύτευση του εμβρύου. Ωστόσο, πολλές γυναίκες που έχουν ινομυώματα μπορεί να μείνουν έγκυοι. Ουλές στο εσωτερικό της μήτρας μπορεί επίσης να διαταράξουν την εμφύτευση, ενώ ορισμένες γυναίκες που γεννήθηκαν με ανωμαλίες μήτρας, όπως ένα ασυνήθιστο σχήμα της μήτρας, μπορεί να έχουν προβλήματα στο να συλλάβουν ή να διατηρήσουν την κύηση.
Παράγοντες συμπεριφοράς
Είναι γνωστό πως ορισμένες προσωπικές συνήθειες και ο γενικότερος τρόπος ζωής μας έχουν επιπτώσεις στην υγεία μας. Πολλές από αυτές τις συνήθειες, μπορούν να περιορίσουν την ικανότητά ενός ζευγαριού να συλλάβει. Ευτυχώς όμως, πολλές από αυτές τις «συμπεριφορές» μπορούν να ρυθμιστούν προκειμένου όχι μόνο να αυξήσουν τις πιθανότητες για τη σύλληψη ενός παιδιού, αλλά και για να βελτιώσουν τη συνολική κατάσταση της υγείας του ζευγαριού.
Δίαιτα και άσκηση
Η βέλτιστη λειτουργία της αναπαραγωγικής διαδικασίας απαιτεί την κατάλληλη δίαιτα – διατροφή και τα κατάλληλα επίπεδα σωματικής άσκησης. Οι γυναίκες που είναι σημαντικά υπέρβαρες ή λιπόβαρες μπορεί να έχουν δυσκολία στο να μείνουν έγκυες.
Το κάπνισμα
Το κάπνισμα έχει αποδειχθεί ότι χαμηλώνει τον αριθμό σπερματοζωαρίων στους άνδρες και επηρεάζει αρνητικά την ποιότητα των ωαρίων. Επίσης αυξάνει τον κίνδυνο αποβολής, πρόωρου τοκετού και γέννηση βρεφών χαμηλού βάρους. Το κάπνισμα από οποιονδήποτε σύντροφο μειώνει την πιθανότητα σύλληψης σε κάθε κύκλο, είτε φυσικά είτε με εξωσωματική γονιμοποίηση, στο ένα τρίτο.
Αλκοόλ
Η κατανάλωση αλκοόλ αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο για συγγενείς ανωμαλίες στις γυναίκες και εάν βρίσκεται σε αρκετά υψηλά επίπεδα στο αίμα της μητέρας, μπορεί να προκαλέσει εμβρυϊκό αλκοολικό σύνδρομο. Το αλκοόλ επίσης επηρεάζει τον αριθμό σπερματοζωαρίων στους άνδρες.
Ναρκωτικά
Τα ναρκωτικά, όπως η μαριχουάνα και τα αναβολικά στεροειδή, μπορεί να έχουν αντίκτυπο στον αριθμό σπερματοζωαρίων στους άνδρες. Η χρήση κοκαΐνης σε έγκυες γυναίκες μπορεί να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα στα νεφρά καθώς και πνευματική καθυστέρηση στο μωρό και είναι ίσως το χειρότερη ναρκωτικό που μπορεί να χρησιμοποιήσει μια γυναίκα ενώ είναι έγκυος. Η χρήση των «ψυχαγωγικών» ναρκωτικών θα πρέπει επίσης να αποφεύγεται, τόσο κατά την προσπάθειά τους να συλλάβουν όσο και κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Περιβαλλοντικές και επαγγελματικές συνθήκες
Η ικανότητα σύλληψης μπορεί να επηρεαστεί από την έκθεση σε διάφορες τοξίνες ή χημικές ουσίες στο χώρο εργασίας ή το περιβάλλον. Οι ουσίες αυτές που μπορεί να προκαλέσουν μεταλλάξεις, συγγενείς ανωμαλίες, αποβολές, υπογονιμότητα ή στειρότητα ονομάζονται αναπαραγωγικές τοξίνες. Διαταραχές όπως η υπογονιμότητα, η αυτόματη αποβολή και η τερατογένεσις βρίσκονται μεταξύ των σημαντικότερων δέκα που συνδέονται με ασθένειες και τραυματισμούς στην εργασία, στις ΗΠΑ σήμερα. Παρά το γεγονός ότι υπάρχει μεγάλη αντιπαράθεση σχετικά με τις επιπτώσεις των τοξινών στη γονιμότητα, είναι πλέον τέσσερις χημικές ουσίες που ρυθμίζονται και παρακολουθούνται από το κράτος με βάση τις τεκμηριωμένες επιπτώσεις που έχουν στη σύλληψη.
Μόλυβδος
Έχει αποδειχθεί ότι η έκθεση σε πηγές μολύβδου επηρεάζει αρνητικά τη γονιμότητα στον άνθρωπο. Ο μόλυβδος μπορεί να παράγει τερατοσπερμία (ανωμαλία του σπέρματος) και εκτιμάται ότι είναι ουσία που προκαλεί τεχνητή άμβλωση.
Ιατρικές θεραπείες και υλικά
Η επαναλαμβανόμενη έκθεση σε ακτινοβολία, από μια απλή ακτινογραφία έως τη χημειοθεραπεία, έχει αποδειχθεί ότι μεταβάλλει την παραγωγή σπέρματος, καθώς και ότι συμβάλει σε ένα ευρύ φάσμα προβλημάτων των ωοθηκών.
Αιθυλενοξείδιο
Ένα χημικό που χρησιμοποιείται τόσο στην αποστείρωση των χειρουργικών εργαλείων και για την κατασκευή ορισμένων φυτοφαρμάκων, το οξείδιο του αιθυλενίου μπορεί να προκαλέσει γενετικές ανωμαλίες στις αρχές της εγκυμοσύνης και έχει τη δυνατότητα να προκαλέσει πρόωρη αποβολή.
Dibromochloropropane (DBCP)
Οι χημικές ουσίες που υπάρχουν στα φυτοφάρμακα, όπως το DBCP, μπορούν να προκαλέσουν προβλήματα στις ωοθήκες, που οδηγούν σε μια σειρά προβλημάτων υγείας, όπως η πρόωρη εμμηνόπαυση, και έχουν άμεση επίπτωση στη γονιμότητα.